Η περιουσία ενός προσώπου δεν είναι πλήρως ελεύθερη να τη μοιράσει στους συγγενείς του. Πρέπει ενά ελάχιστο μερίδιο, επιφυλαγμένο υπέρ παιδιών και συζύγου, να πάει σε αυτούς. Δεν μπορεί δηλαδή σε ένα παιδί να δώσει τα πάντα και σε άλλο τίποτα. Το μερίδιο αυτό λέγεται “νόμιμη μοίρα”.
Σύμφωνα με το νόμο, τα παιδιά (ή αν δεν έχει, οι γονείς) του κληρονομουμένου, καθώς και ο σύζυγος που επιζεί, οι οποίοι θα είχαν κληθεί ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι, έχουν δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην κληρονομία. Η νόμιμη μοίρα είναι το μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας. Ο μεριδούχος κατά το ποσοστό αυτό μετέχει ως κληρονόμος.
Δηλαδή αυτόματα κάποιο παιδί που δεν το έχει αποκληρώσει ο γονέας του (για την έννοια της αποκλήρωσης βλ. εδώ) είναι κληρονόμος στο ποσοστό που του αντιστοιχεί, το οποίο είναι το μισό από όσο θα έπαιρνε αν ο γονέας δεν είχε αφήσει διαθήκη.
Έτσι, αν π.χ. ο πατέρας είχε ένα ακίνητο και το έδωσε μόνο στο ένα παιδί (χωρίς να έχει σύζυγο), τότε το άλλο παιδί αυτόματα παίρνει 25% σε αυτό.
Υπολογισμός Νομίμου Μοίρας
Για τον υπολογισμό δε της νόμιμης μοίρας λαμβάνεται, κατά τα άρθρα 1831 και 1838 του ΑΚ, η κατάσταση και η αξία της κληρονομίας κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου, αφαιρούμενων των χρεών κλπ ή προστιθέμενων των αναφερόμενων στα άρθρα αυτά στοιχείων.
Πρόσωπα που δικαιούνται τη Νόμιμη Μοίρα
Όπως προκύπτει από το άρθρο 1825 του Α.Κ. τα πρόσωπα που δικαιούνται νόμιμη μοίρα είναι οι κατιόντες του κληρονομούμενου, δηλαδή τα παιδιά του, οι γονείς του και ο επιζών σύζυγος του κληρονομουμένου, οι οποίοι θα είχαν κληθεί ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι
Νόμιμος μεριδούχος είναι το πλησιέστερο στο βαθμό ή την τάξη πρόσωπο που θα ερχόταν στην κληρονομία αν χωρούσε η εξ αδιαθέτου διαδοχή (βλ. ΕφΠειρ 1188/1996). Αν υπάρχουν κατιόντες του κληρονομούμενου, οι γονείς του, ακόμα και αν βρίσκονται εν ζωή, δεν θα κληθούν ως αναγκαίοι κληρονόμοι.
Με τον όρο κατιόντες νοούνται τα τέκνα, εγγόνια, δισέγγονα κ.λπ., που προέρχονται από γάμο του διαθέτη. Στους γονείς συμπεριλαμβάνεται σε κάθε περίπτωση η μητέρα και ο πατέρας όταν η σχέση του με το τέκνο συνάγεται από το γάμο του με την μητέρα.
Όταν το τέκνο έχει αναγνωρισθεί, εκούσια ή δικαστικά. Ο επιζών σύζυγος συγκαταλέγεται στους νόμιμους μεριδούχους όταν ο γάμος του με τον κληρονομούμενο διαρκούσε μέχρι το θάνατο του τελευταίου.
Αν ο γάμος ακυρωθεί, η ακύρωση έχει αναδρομική ενέργεια (1381 Α.Κ.), με εξαίρεση την περίπτωση του νομιζόμενου γάμου (1383 Α.Κ.).
Περιπτώσεις αποκλήρωσης Νόμιμης Μοίρας
- Ο διαθέτης θα πρέπει να έχει συντάξει έγκυρη διαθήκη.
- Ο διαθέτης θα πρέπει να επικαλείται κάποιον από τους λόγους των άρθρων 1840-1842 Α.Κ, τα οποία αναφέρονται στους λόγους για τους οποίους μπορεί ο διαθέτης να αποκληρώσει τον κατιόντα, τους λόγους για τους οποίους μπορεί να αποκληρώσει τον ανιόντα καθώς και το/τη σύζυγο.
- Ο λόγος αποκλήρωσης θα πρέπει να είναι αληθινός.
- Ο λόγος αποκλήρωσης πρέπει να υπάρχει κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης.
- Να μην έχει αποσβεστεί το δικαίωμα αποκλήρωσης με παροχή συγγνώμης.
Λόγοι που μπορεί να αποκληρώσει κάποιος
- Να μην έχει αποσβεστεί το δικαίωμα αποκλήρωσης με παροχή συγγνώμης.
- προκάλεσε με πρόθεση σωματικές κακώσεις στο διαθέτη ή στο σύζυγο του, από τον οποίο κατάγεται ο κατιών
- έγινε ένοχος κακουργήματος ή σοβαρού πλημμελήματος με πρόθεση, κατά του διαθέτη ή του συζύγου του
- αθέτησε κακόβουλα την υποχρέωση που είχε από το νόμο να διατρέφει το διαθέτη
- αθέτησε κακόβουλα την υποχρέωση που είχε από το νόμο να διατρέφει το διαθέτη
Σύμφωνα με το άρθρο 1841 Α.Κ., το τέκνο από την άλλη μπορεί να αποκληρώσει το γονέα του αν συντρέχουν μόνο οι παραπάνω λόγοι 1,3 και 4. Δεν δικαιούται να τον αποκληρώσει αν ο γονέας του προκάλεσε με πρόθεση σωματικές κακώσεις. Αν όμως η σωματική κάκωση συνιστά σοβαρό πλημμέλημα το κύρος της αποκλήρωσης διασώζεται.